- Μικρό Τύμπανο
- Πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ., 71 κάτ.) του νομού Ξάνθης. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, 10 χλμ. ΝΔ της Ξάνθης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τοπείρου.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
νταρμπουκά — και ντερμπουκά αραβικής κατασκευής μικρό τύμπανο που μοιάζει με πήλινο αγγείο, έχει σχήμα κυλίνδρου εξογκωμένου στο ένα άκρο του και καλύπτεται με δέρμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < αραβ. darābukkah / darbŭkkah «τύμπανο τής Βόρειας Αφρικής»] … Dictionary of Greek
Τοξότες — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 70 μ.) του νομού Ξάνθης. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (43 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκουν και τα χωριά Θαλασσιά (υψόμ. 30 μ.), Κοσμητή (υψόμ. 30 μ.), Ποίμνη (υψόμ. 45 μ.), Σεμέλη (υψόμ. 120 μ.), Μέγα Τύμπανο (υψόμ. 60 μ.),… … Dictionary of Greek
ρόμβος — ῥόμβος, ΝΜΑ, και ῥύμβος Α 1. παραλληλόγραμμο μη ορθογώνιο που έχει τις τέσσερεις πλευρές του ίσες 2. ζωολ. ονομασία διαφόρων ψαριών 3. λόγια ονομασία τής σβούρας 4. ρομβοειδές τμήμα ξύλου το οποίο προσαρμόζεται σε χειρολαβή από τη μία επιμήκη… … Dictionary of Greek
ντέφι — Κρουστό μουσικό όργανο, αρχαίας προέλευσης. Αποτελείται από ξύλινο κυκλικό πλαίσιο, στο οποίο υπάρχουν χάλκινα κύμβαλα ή κουδουνάκια. Η μία πλευρά του πλαισίου είναι σκεπασμένη με μεμβράνη ή κατεργασμένο δέρμα. Ο ήχος παράγεται με την κρούση ή… … Dictionary of Greek
νταϊρές — ο 1. (στον καιρό τής τουρκοκρατίας) διοικητική περιφέρεια, εδαφικό τμήμα κράτους με σχετική διοικητική αυτοτέλεια 2. μουσ. είδος μικρού κρουστού οργάνου που μοιάζει με μικρό τύμπανο, ντέφι με κύμβαλα στη στεφάνη του 3. σείστρο, κουδουνίστρα.… … Dictionary of Greek
ταμπούρλο — Oνομάζεται και ταμπούρο. Κρουστό όργανο με ακαθόριστο ήχο, εξαιρετικά διαδεδομένο σε παλαιότερους χρόνους σε διάφορους πολιτισμούς. Σχεδόν με τη σημερινή μορφή ενός κυλίνδρου από ξύλο ή μέταλλο, με τις δυο πλευρές κλεισμένες με καλά τεντωμένη… … Dictionary of Greek
ντέφι — το (λ. τουρκ.), μικρό τύμπανο με μεμβράνη από τη μια μόνο πλευρά: Τα τουμπελέκια οι Τσιγγάνοι ας βροντούν, βροντούν το ντέφι (Γρυπάρης) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ταμπούρλο — το (λ. ιταλ.), μικρό τύμπανο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… … Dictionary of Greek